Δευτέρα 26 Δεκεμβρίου 2016

Η ιστορία της Αγια-Σοφιάς





Η Αγία Σοφία είναι το πρώτο κτίσμα που χτυπάει στα μάτια του επισκέπτη, καθώς εισέρχεται από την Προποντίδα. Το ξεχωριστό αυτό σημείο είχαν επιλέξει για να χτίσουν τους ναούς τους, αιώνες πριν από τους Βυζαντινούς, οι ειδωλολάτρες.
Ο πρώτος ναός της Αγίας Σοφίας θεμελιώθηκε από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο το 330 μ.Χ. όταν ονόμασε τη μετέπειτα Κωνσταντινούπολη πρωτεύουσα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Η ανέγερση του ναού ολοκληρώθηκε από τον γιο του Κωνστάντιο και τα εγκαίνια έγιναν στις 15 Φεβρουαρίου του 360.
Κατά την εποχή του Αρκαδίου, το 404, η πρώτη Αγιά Σοφιά πυρπολείται και θα κτισθεί εκ νέου από τον Θεοδόσιο Β'. Τα εγκαίνια θα γίνουν στις 10 Οκτωβρίου του 415, όμως ο ναός θα πυρποληθεί και πάλι το 532, κατά τη Στάση του Νίκα. Έτσι, ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός Α' αποφασίζει να κατασκευάσει την εκκλησία από την αρχή, στον ίδιο χώρο, αλλά πολύ πιο επιβλητική, για να δεσπόζει στη Βασιλεύουσα. Τα θεμέλια αυτού του μεγαλοπρεπή ναού θα μπουν στις 23 Φεβρουαρίου του 532, με σχέδια που εκπόνησαν οι αρχιτέκτονες Ανθέμιος Τραλλιανός και Ισίδωρο ο Μιλήσιος.
Για την ολοκλήρωση του κολοσσιαίου έργου δούλεψαν αδιάκοπα επί έξι χρόνια 10.000 τεχνίτες, ενώ ξοδεύτηκαν 320.000 λίρες (περίπου 120.000.000 ευρώ). Από κάθε σημείο όπου υπήρχε Ελληνισμός, έγινε προσφορά: Τα πράσινα μάρμαρα από τη Μάνη και την Κάρυστο, τα τριανταφυλλιά από τη Φρυγία και τα κόκκινα από την Αίγυπτο. Από τον υπόλοιπο κόσμο προσφέρθηκαν τα πολύτιμα πετράδια, ο χρυσός, το ασήμι και το ελεφαντόδοντο, για τη διακόσμηση του εσωτερικού.
Τα εγκαίνια έγιναν στις 27 Δεκεμβρίου του 537 από τον Ιουστινιανό, ο οποίος βλέποντας την υπεροχή της Αγίας Σοφίας έναντι του ξακουστού ναού του Σολομώντα, αναφωνεί: «Δόξα των Θεώ το καταξιωσάντι με τελέσαι τοιούτον έργον. Νενίκηκά σε Σολομών».
Για χίλια και πλέον χρόνια (537-1453), η Αγία Σοφία θα αποτελέσει το κέντρο της ορθοδοξίας και του ελληνισμού. Εκεί, ο λαός θα γιορτάσει τους θριάμβους, θα θρηνήσει τις συμφορές και θα αποθεώσει τους νέους αυτοκράτορες.
Η τελευταία λειτουργία τελέστηκε στις 29 Μαΐου του 1453. Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Παλαιολόγος ΙΑ' Δραγάτης, αφού προσευχήθηκε μαζί με το λαό και ζήτησε συγνώμη για λάθη που πιθανόν έκανε, έφυγε για τα τείχη, όπου έπεσε μαχόμενος. Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης, η Αγία Σοφία έγινε τζαμί και με την επανάσταση του Κεμάλ Ατατούρκ μετατράπηκε σε μουσείο.




















Πέμπτη 22 Δεκεμβρίου 2016

Χριστούγεννα





Ιστορία του εορτασμού των Χριστουγέννων
Η Γέννηση του Ιησού σε πίνακα του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου
Η παράδοση θεωρεί ότι η αρχαιότερη ομιλία για τη γιορτή των Χριστουγέννων εκφωνήθηκε από τον Μέγα Βασίλειο στην Καισάρεια της Καππαδοκίας το έτος 376 μ.Χ.[2] Άλλες Ιστορικές πηγές επισημαίνουν πως ο εορτασμός των Χριστουγέννων άρχισε να τηρείται στη Ρώμη γύρω στο 335[3], αν και κάποιοι ερευνητές βασιζόμενοι σε αρχαίους ύμνους με χριστουγεννιάτικη θεματολογία[4] θεωρούν ότι τα πρώτα βήματα που οδήγησαν στον εορτασμό αυτό έγιναν μέσα στον 3ο αιώνα.
Επί Πάπα Ιουλίου Α' (337-352) τα Χριστούγεννα σταμάτησαν να γιορτάζονται μαζί με τα Θεοφάνεια και θεσπίσθηκε ως επέτειος η 25 Δεκεμβρίου κατόπιν έρευνας των αρχείων της Ρώμης, όπως πιστεύεται, επί της απογραφής που έγινε επί αυτοκράτορα Οκταβιανού Αυγούστου, σε συνδυασμό με υπολογισμό ρήσης του Ευαγγελίου (το οποίο και συνέτεινε) του Προδρόμου λεχθείσα περί τον Χριστόν:"Εκείνος δει αυξάνειν, εμέ δε ελατούσθαι" (Ιωάνν. γ'30). Με βάση αυτή την υποθετική πηγή, η Γέννηση του Χριστού ορίσθηκε κατά το χειμερινό ηλιοστάσιο όπου και αρχίζει η αύξηση των ημερών. Στον καθορισμό της 25ης Δεκεμβρίου ως ημερομηνίας εορτασμού συντέλεσαν προφανώς η μεγάλη εθνική εορτή του "ακατανίκητου" θεού Ήλιου (Dies Natalis Solis Invicti) και ο εορτασμός των γενεθλίων του Μίθρα που ήταν διαδεδομένα σε όλη την επικράτεια της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας με την έννοια ότι η επιλογή αυτής της ημέρας ως ημέρας γέννησης του Χριστού είχε να κάνει με την προσπάθεια αντικατάστασης των παγανιστικών (μη χριστιανικών) γιορτών που τηρούνταν εκείνον τον καιρό, όπως τα Σατουρνάλια και τα Μπρουμάλια[5]
Συνεπώς, όταν ο Χριστιανισμός έγινε η επίσημη θρησκεία της αυτοκρατορίας, προσπάθησε να απορροφήσει και να δώσει νέα διάσταση και νέα σημασία σε πανάρχαια λατρευτικά έθιμα και λατρευτικές συνήθειες αιώνων. Πάντως, παρά τις απαγορεύσεις της εκκλησίας για πολλές από τις εκδηλώσεις[6] που τελούνταν στην αντίστοιχη του Δωδεκαημέρου περίοδο ή τις νομοθεσίες[7], αυτές διατηρήθηκαν κυρίως στην ύπαιθρο[8] καθ' όλη την διάρκεια των ρωμαϊκών αυτοκρατορικών χρόνων, μέχρι τον 5ο μ.Χ. αιώνα. Σε μεταγενέστερη εποχή πολλά από τα έθιμα τους (ανταλλαγή δώρων, γλέντια, χαρτοπαίγνια κ.ο.κ.) μεταβιβάστηκαν στον εορτασμό τής Πρωτοχρονιάς[9].
Στη Ρώμη το καλεντάρι των Φιλοκαλίων (354 μ.Χ.) περιλαμβάνει στην ημερομηνία της 25ης Δεκεμβρίου, απέναντι από την παγανιστική Natalis invicti, δηλ. "γέννηση του ακατανίκητου (ήλιου)", την φράση "VIII kaalitan nattis Christus in Bethleem Iudea".Από τη Δύση ο εορτασμός της Γεννήσεως στις 25 Δεκεμβρίου πέρασε και στην Ανατολή γύρω στο 376. Το 386 ο Αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος παρότρυνε την εκκλησία της Αντιόχειας να συμφωνήσει στην 25η Δεκεμβρίου ως ημέρα εορτασμού της Γέννησης. Τον καιρό του Αγ. Αυγουστίνου (354-430) η ημερομηνία της Γιορτής της Γέννησης είχε καθοριστεί, πάντως ο Αυγουστίνος την παραλείπει από τον κατάλογό του με τις σημαντικές χριστιανικές επετείους (PL 33.200).
Με τον χρόνο επεκράτησε σε όλο τον χριστιανικό κόσμο εκτός της Αρμενικής Ορθόδοξης Εκκλησίας που συνεχίζει τον συνεορτασμό με τα Θεοφάνια.
Το 529 ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός απαγόρευσε την εργασία και τα δημόσια έργα κατά τη διάρκεια των Χριστουγέννων και τα ανακήρυξε δημόσια αργία. Ως το 1100, καθώς είχε επεκταθεί η δράση των ιεραποστολών στις παγανιστικές ευρωπαϊκές φυλές, όλα τα έθνη της Ευρώπης γιόρταζαν τα Χριστούγεννα. Εντούτοις, αργότερα, εξαιτίας της Μεταρρύθμισης απαγορεύτηκε ή περιορίστηκε κατά περιόδους η τήρησή του εορτασμού τους σε διάφορες χώρες της Ευρώπης και στην Αμερική, καθώς θεωρούνταν ότι περιλάμβανε σε μεγάλο βαθμό ειδωλολατρικά στοιχεία

Εορτολόγιο

Της εορτής των Χριστουγέννων προηγείται νηστεία «τεσσαράκοντα ημερών» που αρχίζει από την εορτή του αποστόλου Φιλίππου (14 Νοεμβρίου). Η Υμνολογία της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας περιλαμβάνει λαμπρούς ύμνους για τη μεγάλη αυτή εορτή των διασημότερων υμνογράφων της Εκκλησίας όπως του Ρωμανού του ΜελωδούΙωάννου του ΔαμασκηνούΚοσμά επισκόπου Μαϊουμά κ.ά.
Η ημέρα της εορτής του αποστόλου Φιλίππου, στις 14 Νοεμβρίου, στο λαϊκό καλεντάρι χαρακτηρίζεται ως Μικρή Αποκριά, γιατί από την επομένη αρχίζει η νηστεία των σαράντα ημερών για τα Χριστούγεννα, η οποία και λέγεται Μικρή Σαρακοστή. Αυτή η ημερομηνία σε πολλές χώρες της Ευρώπης και Αμερικής θεωρείται ως έναρξη των εορτών των Χριστουγέννων. Το χρονικό διάστημα που περικλείει τις γιορτές των Χριστουγέννων, Πρωτοχρονιάς και Θεοφανείων, ονομάζεται Δωδεκαήμερο.
Η εορτή των Χριστουγέννων είναι η σημαντικότερη από τις ακίνητες εορτές της Ορθοδόξου Εκκλησίας και γι' αυτό έχει προεόρτια και μεθέορτη περίοδο. Όλες τις σχετικές διατάξεις για τις ακολουθίες αυτές τις βρίσκει κανείς στο Τυπικό της Εκκλησίας.
Στη Δύση η εορτή των Χριστουγέννων εορτάζεται λαμπρότερα από εκείνη της Ανάστασης, σε αντίθεση με αυτό που συμβαίνει στην Ανατολή.
Ανήμερα των Χριστουγέννων σύμφωνα με το ελληνικό/ορθόδοξο εορτολόγιο, γιορτάζουν αρκετά ελληνικά ονόματα: η Χριστίνα και o Χρήστος, η Εμμανουέλα και ο Εμμανουήλ, η Χρυσαυγή, η Χρύσα. [11]

Βιβλική αφήγηση της γέννησης του Χριστού

Εκ των τεσσάρων Ευαγγελιστών μόνο ο Λουκάς και ο Ματθαίος αρχίζουν τις αφηγήσεις τους από τη Γέννηση του Ιησού. Οι δύο αυτές περιγραφές φέρονται να συμπληρώνουν η μία την άλλη. Ενώ πληρέστερη φέρεται του Λουκά. Από τον συνδυασμό των παραπάνω και άλλων πηγών, το ιστορικό έχει ως εξής:
Επί Ρωμαίου Αυτοκράτορα Οκταβιανού Αυγούστου και Ηγεμόνα Κυρήνιου της Συρίας , διατάχθηκε απογραφή πληθυσμού σε όλη την Αυτοκρατορία. (Λουκάς Β’ 1-3). Άγγελος Κυρίου επισκέφθηκε τον Ιωσήφ και τον ενημέρωσε για την Θεία Γέννηση του Θεανθρώπου εκ της Παρθένου Μαρίας (Ματθαίος Α’ 20). Τότε ο Ιωσήφ παρέλαβε την Μαρία και από την Ναζαρέτ ήλθαν στη Βηθλεέμ (της Ιουδαίας) που Βασιλεύς της περιοχής ήταν ο Ηρώδης ο Μέγας όπου και γεννήθηκε ο Ιησούς Χριστός (Ματθ. Β’ 1, - Λουκ. Β’ 4-7). Άγγελος Κυρίου εμφανίζεται σε ποιμένες αγγέλλοντας το χαρμόσυνο γεγονός ενώ πλήθος αγγέλων ψάλλουν «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία» (Λουκ. Β’ 8-14). Ενώ συμβαίνουν αυτά, άστρο φωτεινό (έχει προταθεί ως εξήγηση ο Κομήτης του Χάλεϋ) εξ Ανατολής οδηγεί τρεις[12] Μάγους[13] προς τα Ιεροσόλυμα, που, μετά τη συνάντηση με τον Βασιλέα Ηρώδη, συνεχίζουν και φθάνουν στη Βηθλεέμ όπου μαζί με τους βοσκούς προσκυνούν τον Θεάνθρωπο προσφέροντας Χρυσόν Λίβανο και Σμύρνα. (Ματθ. Β’ 2-12).
Οι χριστιανοί θεωρούν ότι η γέννηση του Χριστού εκπληρώνει τις προφητείες των Εβραϊκών Γραφών και ότι ως Μεσσίας ήλθε για να λυτρώσει τους ανθρώπους από τις αμαρτίες τους.

Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2016

Στις φλόγες «Κατράντζος» και «Μινιόν»




Τα ξημερώματα της 19ης Δεκεμβρίου 1980 δύο ταυτόχρονες πυρκαϊές κατέστρεψαν δύο από τα ιστορικότερα πολυκαταστήματα της Αθήνας, «Μινιόν» και «Κατράντζος», εν μέσω της εορταστικής περιόδου. Επρόκειτο για εμπρησμούς και αποδόθηκαν από τις αρχές σε τρομοκρατικές ενέργειες.
Στις 3:07 το πρωί της Παρασκευής αυτόπτες μάρτυρες και στα δύο πολυκαταστήματα άκουσαν εκρήξεις και δευτερόλεπτα μετά είδαν φλόγες να ξεπηδούν από τα δύο κτήρια. Μέσα σε λίγα λεπτά έγιναν παρανάλωμα του πυρός, εξαιτίας των εύφλεκτων υλικών και της απουσίας χωρισμάτων στους ορόφους.
Η Πυροσβεστική, που έφθασε και στα δύο σημεία μισή ώρα αργότερα με 38 οχήματα και 170 άνδρες, είχε να επιτελέσει δύσκολο έργο. Κύριο μέλημά της ήταν να αποτρέψει την επέκταση της φωτιάς στα διπλανά κτίρια. Επιτόπου κατέφθασε και ο πρωθυπουργός Γεώργιος Ράλλης, που μίλησε για «μεγάλη καταστροφή». Πριν από λίγες ώρες υπεράσπιζε στη Βουλή τον πρώτο και τελευταίο προϋπολογισμό της πρωθυπουργικής του θητείας. Βρισκόμαστε ήδη στον αστερισμό του Ανδρέα Παπανδρέου και του ΠΑΣΟΚ, που βρισκόταν προ των πυλών της εξουσίας.

Η φωτιά είχε τέτοια ένταση, που από το Μινιόν απέμεινε μόνο ο σκελετός, ενώ το κτίριο του Κατράντζου κατέρρευσε. Οι ζημιές σύμφωνα με τους πρώτους υπολογισμούς της Πυροσβεστικής ανήλθαν σε 2 δισεκατομμύρια δραχμές. Ο δημιουργός και ψυχή του «Μινιόν» Γιάννης Γεωργακάς υπολόγισε μόνο σε 2 δισεκατομμύρια δραχμές το εμπόρευμα που χάθηκε, ενώ, όπως δήλωσε, το κατάστημα ήταν ασφαλισμένο μόνο για 200 εκατομμύρια δραχμές.
Με δηλώσεις του ο Ανδρέας Παπανδρέου κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι «επιτρέπει σε παρακρατικά και εγκληματικά στοιχεία να επιδίδονται σε καταστροφές που θίγουν επαγγελματίες και εργαζόμενους, καθώς και τη γαλήνη του κόσμου». Για «σκοτεινή υπόθεση» έκανε λόγο το ΚΚΕ. Ο πρωθυπουργός Γεώργιος Ράλλης ενημέρωσε το πρωί τον Πρόεδρο της ΔημοκρατίαςΚωνσταντίνο Καραμανλή και σε δηλώσεις του κατηγόρησε τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ για «εκμετάλλευση του τραγικού γεγονότος».
Στις 22 Δεκεμβρίου ήλθε και η επιβεβαίωση της τρομοκρατικής ενέργειας. Την ευθύνη για τους εμπρησμούς ανέλαβε η νεοεμφανιζόμενη «Επαναστατική Οργάνωση Οκτώβρης 80», που ήταν παρακλάδι του ΕΛΑ. Στην προκήρυξή της, που ταχυδρομήθηκε στις εφημερίδες, δικαιολόγησε την επίθεση στα πολυκαταστήματα υποστηρίζοντας ότι «κάθε επιχείρηση, έτσι και αυτές στηρίζονται στην εκμετάλλευση των προλετάριων. Τα αφεντικά εκμεταλλεύονται την ανάγκη των προλετάριων να έχουν ένα εισόδημα για να ζήσουν και τους στριμώχνουν στο μεροκάματο, την αλλοτρίωση και τη μιζέρια».

Η Αστυνομία από την πρώτη στιγμή προχώρησε στη σύλληψη ενός υπόπτου, αλλά αφέθηκε ελεύθερος, καθώς δεν προέκυψαν σε βάρος του επιβαρυντικά στοιχεία. Αργότερα, συνέλαβε δύο αδελφές, την Αικατερίνη και την Ευαγγελία Τσαγκαράκη, 23 και 20 ετών αντίστοιχα, επειδή η μία σχετιζόταν με άτομα του αντιεξουσιαστικού χώρου. Τα στοιχεία της Ασφάλειας δεν άντεξαν στη δικαστική βάσανο και ο ανακριτής της υπόθεσης Μιχάλης Μαργαρίτης (ο δικαστής της 17Ν) τις άφησε ελεύθερες.
Οι εμπρησμοί στα πολυκαταστήματα «Κατράντζος» και «Μινιόν» ήταν μόνο η αρχή. Το εφιαλτικό σκηνικό επαναλήφθηκε στις 3 Ιουνίου 1981 με την ταυτόχρονη πυρπόληση των πολυκαταστημάτων «Κλαουδάτος» και «Ατενέ» και σε μικρότερη έκταση στις 4 Ιουλίου στον «Δραγώνα» και τρεις μέρες αργότερα στο πολυκατάστημα «Λαμπρόπουλος» στον Πειραιά. Το μπαράζ αυτό των εμπρηστικών επιθέσεων έβαλε την «ταφόπλακα» στο ελληνικό λιανεμπόριο και οδήγησε στην εισβολή των ξένων πολυκαταστημάτων στη χώρα μας.
Θέση για τη διπλή εμπρηστική επίθεση της 19ης Δεκεμβρίου πήρε και ο ΕΛΑ, που κατήγγειλε όσους είχαν αποχωρήσει από τις τάξεις του. Μάλιστα, αποκάλυψε στο περιοδικό «Αντιπληροφόρηση» ότι η εμπρηστική ουσία έχει εισαχθεί από την Ολλανδία και χρησιμοποιείται για την επιτάχυνση της φωτιάς σε πετρελαιοπηγές. Κριτική στο διπλό τρομοκρατικό χτύπημα άσκησε και η 17Ν. Με προκήρυξή της, που δημοσιοποιήθηκε στις 24 Ιουλίου 1981, υποστήριξε ότι ήταν «επιχειρησιακά ασυντόνιστες, όχι κατάλληλα προετοιμασμένες και πολιτικά επιβλαβείς».
Μέχρι σήμερα, οι δύο υποθέσεις εμπρησμών στα πολυκαταστήματα «Κατράντζος» και «Μινιόν», όπως και οι άλλες τέσσερις που ακολούθησαν, παραμένουν ανεξιχνίαστες και έχουν παραγραφεί δικαστικά.














Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2016

Αντώνης Οικονόμου 1775 – 1821





Υδραίος πλοίαρχος, πρωτεργάτης της λαϊκής εξέγερσης στην Ύδρα, που σηματοδότησε την κάμψη των αντιρρήσεων των προκρίτων και τη συμμετοχή του νησιού στην επανάσταση του 1821.
Ο Αντώνης Οικονόμου γεννήθηκε το 1775 στην Ύδρα και από νεαρή ηλικία ακολούθησε το ναυτικό επάγγελμα. Όταν το πλοίο του ναυάγησε στο Γιβραλτάρ, ταξίδευσε στην Κωνσταντινούπολη, με σκοπό την εξεύρεση δανείου για την αγορά καινούργιου. Εκεί συνάντησε τον Παπαφλέσσα, ο οποίος τον μύησε στη Φιλική Εταιρεία το 1820.
Αμέσως μετά επέστρεψε στην Ύδρα για να οργανώσει την προετοιμασία της επανάστασης στο νησί. Βρήκε συμπαράσταση από άνεργους ναυτικούς, τους οποίους στρατολόγησε με χρήματα Πελοποννήσιων φίλων του. Εκείνη την περίοδο, μεγάλο μέρος του ναυτικού πληθυσμού της Ύδρας, που ανερχόταν σε 10.000 άτομα, παρέμενε χωρίς δουλειά, μετά τη λήξη των Ναπολεόντειων Πολέμων και την ειρήνευση στην Ευρώπη.
Με την έκρηξη της Επανάστασης στην Πελοπόννησο, ο Οικονόμου προσπάθησε να συνεγείρει την άρχουσα τάξη του νησιού, αλλά οι πρόκριτοι και οι καραβοκύρηδες της Ύδρας δίσταζαν να πάρουν μέρος στην Επανάσταση και ζητούσαν εγγυήσεις για τη σοβαρότητα του εγχειρήματος. Τότε, ο Αντώνης Οικονόμου δεν έχασε χρόνο και με τους άνδρες του κατέλαβε την καγκελαρία και εκδίωξε τον διοικητή Νικόλαο Κοκοβίλα, αναλαμβάνοντας ο ίδιος τη διακυβέρνηση του νησιού.
Οι προεστοί, που αιφνιδιάστηκαν από την εξέλιξη αυτή, αναγκάστηκαν αναγνωρίσουν την εξουσία του και κάτω από τη λαϊκή πίεση να συνδράμουν χρηματικά στον εξοπλισμό του στόλου. Έτσι, στις 16 Απριλίου του 1821, με καθυστέρηση ενός μήνα, ο Οικονόμου κήρυξε την επανάσταση στο νησί και ανέθεσε στον Γιακουμάκη Τομπάζη την αρχηγία του υδραίικου στόλου, τον οποίο έθεσε στη διάθεση του Αγώνα.
Γρήγορα, όμως, ο Οικονόμου απώλεσε το κύρος του μεταξύ των υποστηρικτών του, οι οποίοι ήταν κυρίως ναύτες και μικροκαραβοκύρηδες, επειδή απαγόρευσε την πειρατεία και θέσπισε αυστηρούς κανόνες για τη διανομή των πολεμικών λειών. Οι πρόκριτοι του νησιού, που είχαν χάσει την εξουσία τους, επωφελήθηκαν από τη διαμάχη των αντιπάλων του και οργάνωσαν συνωμοσία κατά του Οικονόμου. Στις 12 Μαΐου, μπράβοι των προεστών επιτέθηκαν στον Οικονόμου στην Καγκελαρία της Ύδρας, με σκοπό να τον σκοτώσουν. Στη σύντομη συμπλοκή που ακολούθησε υπήρξαν θύματα και από τις δύο πλευρές. Ο Οικονόμου κατόρθωσε να διαφύγει με πλοίο, αλλά περικυκλώθηκε από τους εχθρούς του και συνελήφθη. Κάποιοι από τους συγγενείς του κατόρθωσαν να τον απελευθερώσουν και να τον φυγαδεύσουν στην απέναντι ακτή της Αργολίδας.

Ο Οικονόμου παρέμενε επικίνδυνος για τους προκρίτους της Ύδρας, που είχαν επανακτήσει την εξουσία στο νησί. Όταν ο πρόκριτος των Καλαβρύτων Σωτήρης Θεοχαρόπουλος ζήτησε από τους Υδραίους να στείλουν πλοία για το έλεγχο του Κορινθιακού Κόλπου, αυτοί για να στέρξουν στο αίτημά του ζήτησαν πρώτα τη σύλληψη του Οικονόμου. Πράγματι, ο Θεοχαρόπουλος τον συνέλαβε και τον έθεσε υπό περιορισμό, πρώτα στη Μονή της Αγίας Βαρβάρας Καλαβρύτων και στη συνέχεια στη Μονή Αγίου Γεωργίου Φενεού (γνωστή και Μονή «του Φονιά»), στερώντας έτσι από την Επανάσταση ένα πολύτιμο μαχητή και ηγέτη.
Στις αρχές Δεκεμβρίου του 1821 ο Οικονόμου δραπέτευσε από το μοναστήρι και με 14 άνδρες του κατευθύνθηκε προς το Άργος, όπου παρεπιδημούσαν αρκετοί σύνεδροι της Α' Εθνοσυνέλευσης, ανάμεσά τους και οι εκπρόσωποι της Ύδρας. Στο άκουσμα ότι ο Οικονόμου με τους άνδρες του κατευθύνονται προς το Άργος, οι Υδραίοι πρόκριτοι καταθορυβήθηκαν. Τότε, με σύμφωνη γνώμη του Δημήτριου Υψηλάντη, που ήταν ο αρχιστράτηγος των ελληνικών δυνάμεων, οι Αχαιοί πρόκριτοι Ανδρέας Λόντος και Σωτήρης Χαραλάμπης συγκρότησαν μια ομάδα από 70 άνδρες, με σκοπό την εξόντωσή του.
Ο Κολοκοτρώνης, που πληροφορήθηκε το γεγονός, εξέφρασε την αντίθεσή του και έστειλε τον φρούραρχο του Άργους Δημήτριο Τσώκρη με 200 άνδρες να προστατεύσει τον Οικονόμου. Όμως, ο Τσώκρης ενεπλάκη σε αψιμαχία με τους Τούρκους και καθυστέρησε να εκτελέσει την εντολή του Κολοκοτρώνη. Οι άνδρες του Λόντου συνάντησαν τον Οικονόμου ανάμεσα στο Κουτσοπόδι και το Άργος και τον σκότωσαν στις 16 Δεκεμβρίου του 1821, ύστερα από σύντομη συμπλοκή. Ο Τσώκρης, που έφθασε εκεί μετά από λίγο, το μόνο που έκανε ήταν να θάψει το πτώμα του Οικονόμου.















Λεμονάδικα Πειραιά




Ο όρμος που σχηματίζεται στο κέντρο του λιμανιού ονομάζεται Ακτή Τζελέπη. Η Ακτή Τζελέπη οφείλει την ονομασία της στον Γιαννακό Τζελέπη ο οποίος υπήρξε από τους πρώτους κατοίκους του νεώτερου Πειραιά. Το 1829 ο Τζελέπης, φέρεται ότι έχτισε στην περιοχή «οικία περιωπής».
Μεταξύ της πλατείας Καραϊσκάκη, Ακτής Τζελέπη απέναντι από τον ηλεκτρικό σταθμό του Πειραιά ονομάστηκε η περιοχή Λεμονάδικα γιατί ξεφόρτωναν τα καΐκια από τα νησιά. Ο Βαγγέλης Παπάζογλου έγραψε και το γνωστό ρεμπέτικο «Kάτω στα Λεμονάδικα» ενώ ο μεγάλος ρεμπέτης του Πειραιά Γιώργος Τσωρός, γνωστός ως Γιώργος Μπάτης ή Αμπάτης ήταν από τους πρώτους «μάγκες» και ρεμπέτες του Πειραιά. Το 1931 ο Γιώργος Μπάτης άνοιξε έναν καφενέ, το «Ζώρζ Μπατέ», στα Λεμονάδικα του Καραϊσκάκη (Ακτή Τζελέπη). Επίσης δημιούργησε το πρώτο Ρεμπέτικο συγκρότημα μαζί με τον Μήτσο Γκόγκο ή Μπαγιαντέρα, το Στέλιο Κερομύτη και άλλους που δίδαξαν το μπουζούκι και το ρεμπέτικο τραγούδι.

Η γνωστή οπωραγορά του Πειραιά που καταλάμβανε μέρος της Ακτής Τζελέπη (από Πλατεία Καραϊσκάκη) κατά μήκος της παραλίας μέχρι λίγο πριν από τον Ηλεκτρικό Σταθμό του Η.Σ.Α.Π.

Εκεί από την εποχή ακόμα που οι οδικές μεταφορές ήταν ανύπαρκτες λόγω έλλειψης οδικού δικτύου και μεταφορικών μέσων, κατέφθαναν καΐκια από όλα τα μέρη φορτωμένα φρούτα και λαχανικά. Στο ίδιο σημείο συγκεντρώνονταν έμποροι, μεταπράτες, λογιστές, αγοραστές και πωλητές. Από την πλευρά του δρόμου πλήθος αμαξών συγκεντρώνονταν για την μεταφορά των φορτίων που ξεφόρτωναν τα καΐκια. Αναμεσά τους περιφέρονταν και πλήθος ατόμων που εκμεταλλευόμενοι την απρόσμενη συνάθροιση πλήθους, άρπαζαν την ευκαιρία είτε να πωλήσουν την πραμάτεια τους (σαλέπι, μπουγάτσες, κουλούρια, λαχεία, τσιγάρα, χάνδρες και κομπολόγια) είτε μικροαπατεώνες που ευελπιστούσαν να αρπάξουν πάνω στον συνωστισμό κάποιο πορτοφόλι ή να εκμεταλλευτούν με κάποια μικροαπατεωνιά που είχαν εκ του προτέρου σκαρφιστεί, κάποιον περιπλανώμενο αγαθό τύπο, που βρέθηκε στην πλώρη τους.

Γέμιζε λοιπόν ο τόπος από φωνές, καυγάδες, συμπλοκές, διαφωνίες αλλά και πετυχημένα αλισβερίσια εμπόρων. Τα καΐκια κατέφθαναν πριν ακόμα ξημερώσει φορτωμένα με τα φρούτα και τα λαχανικά και όλη η διαδικασία έπρεπε να γίνει πολύ γρήγορα ώστε να διοχετευθούν εγκαίρως στην αγορά. Στην προβλήτα ανάμεναν οι εργάτες του λιμανιού (φορτοεκφορτωτές) να ξεφορτώσουν τα σακιά και τα καλάθια μέσα σε καροτσάκια χειρομεταφοράς. Αυτά τα καρότσια μετά τα πήγαιναν και τα ξεφόρτωναν λίγα μέτρα πιο κάτω στα υπόστεγα των εμπόρων. Οι πωλητές πριν ακόμα φθάσουν τα καρότσια στα υπόστεγα τα είχαν κοζάρει και έτρεχαν να δώσουν το καπάρο για το κλείσιμο…

Και να οι τσακωμοί που αποτελούσαν την χαρά των μικροαπατεώνων που μέσα σε αυτούς μπορούσαν να κάνουν την κατεργαριά τους ανενόχλητα, αφού οι φωνές και τα σπρωξίματα κάλυπταν τις ύποπτες κινήσεις τους.
Μετά το καπάρο από τον αγοραστή στο υπόστεγο του εμπόρου, έρχονταν ο ζυγιστής με το καντάρι και ζύγιζε τα σακκιά. Το μέτρημα τότε γίνονταν φυσικά σε οκάδες. Το ζύγι καταγράφονταν και ακολουθούσε η φόρτωση των ζυγισμένων προϊόντων από τα υπόστεγα προς τα μεταφορικά μέσα, που σε λίγο θα έπαιρναν τον δρόμο για τα μαγαζιά ή τις αγορές. 
Τα Λεμονάδικα έγιναν πλέον γνωστά από το γνωστό τραγούδι του Παπάζογλου. Άλλοι γνωστοί ερμηνευτές του υπήρξαν οι Εσκενάζυ, Περπινιάδης, Ρούκουνας, Μπέλλου κι ο Ζαγοραίος, χωρίς να αποκλείσουμε βέβαια και τόσους άλλους που το έχουν ερμηνεύσει.

Κάτω στα Λεμονάδικα
Έγινε φασαρία,
Δυό Λαχανάδες πιάσανε
Που κάναν την κυρία!..


Οι πορτοφολάδες (Λαχανάδες) δούλευαν πάντα δύο. Ο ένας (ο χρυσοδάκτυλος) έπαιρνε τα λεφτά (λάχανα ονόμαζαν τα μεγάλα προπολεμικά χαρτονομίσματα, ενώ το πορτοφόλι το έλεγαν παντόφλα) και τα έδινε αμέσως στον άλλο, ώστε εάν είχε γίνει ορατός από κάποιον, να μην βρίσκονταν τα χρήματα πάνω του. Ο δεύτερος είχε κρυψώνα που τα εξαφάνιζε μέχρι να βεβαιωθούν ότι δεν τους πήραν είδηση. Για τους σεσημασμένους βεβαίως (αυτούς δηλαδή που είχαν συλληφθεί πολλές φορές στο παρελθόν και είχαν μητρώο) η μη εύρεση του πορτοφολιού ή των χρημάτων πάνω τους δεν αποτελούσε αιτία απαλλαγής, καθώς μια και μόνο μαρτυρία κατηγορίας, ήταν αρκετή να τους στείλει μέσα! Η απόκρυψη του πορτοφολιού είχε να κάνει μόνο με την υπόληψη του δράστη, ως μάγκα λαχανά, αφού μετά την αποφυλάκισή του, θα μπορούσε να εμφανισθεί ξανά στα Λεμονάδικα με το κεφάλι ψηλά, λέγοντας ότι η Αστυνομία δεν κατάφερε να βρει δικό του κλεμμένο.  Οι παρακάτω στίχοι του ίδιου τραγουδιού το αναφέρουν:

Κυρ αστυνόμε μη βαράς, γιατί κι εσύ το ξέρεις
Πως η δουλειά μας είναι αυτή
Και ρέφα μη γυρεύεις

Το τραγούδι ηχογραφήθηκε το 1934, αλλά ο δημιουργός του ο Παπάζογλου, ζούσε αυτές τις εμπειρίες από την καταστροφή του ’22 και μετά που κατέφθασε πάμπτωχος στον Πειραιά. Ο ίδιος τραγουδούσε στα Λεμονάδικα με ανταμοιβή το φιλοδώρημα των περαστικών, που πετούσαν χρήματα σε δίσκο που είχε μπροστά του










Δευτέρα 12 Δεκεμβρίου 2016

Το Ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων



H «Ράχη του Καπή», όπου εκτελέστηκαν 800 Καλαβρυτινοί


Ένα από μεγαλύτερα εγκλήματα της Ναζιστικής Γερμανίας κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στις 13 Δεκεμβρίου του 1943 δυνάμεις της «Βέρμαχτ» σκότωσαν σχεδόν όλους τους άρρενες κατοίκους των Καλαβρύτων, σε αντίποινα για την εκτέλεση αιχμαλώτων Γερμανών στρατιωτών από τον ΕΛΑΣ.
Το τελευταίο ιδίως έτος της Κατοχής είχαν αυξηθεί δραματικά οι ακρότητες των κατακτητών, καθώς η κυριαρχία τους βρισκόταν υπό διαρκή αμφισβήτηση από την ελληνική αντίσταση και οι δυνάμεις τους δεν επαρκούσαν για να ελέγχουν τη χώρα. Η τύχη των Καλαβρύτων φαίνεται να προδιαγράφτηκε μετά την ήττα των Γερμανών από τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ στη Μάχη της Κερπινής (20 Οκτωβρίου 1943), κατά την οποία σκοτώθηκαν δεκάδες Γερμανοί στρατιώτες και αιχμαλωτίστηκαν 78.
Τότε τέθηκε σε εφαρμογή από το γερμανικό στρατηγείο η «Επιχείρηση Καλάβρυτα» («Unternehmen Kalavryta»), με αντικειμενικό στόχο την περικύκλωση των ανταρτών στην ορεινή περιοχή των Καλαβρύτων και την εξόντωσή τους. Την εκτέλεση της αποστολής ανέλαβαν μονάδες της 117ης Μεραρχίας Κυνηγών, που έδρευε στην Πελοπόννησο και είχε επικεφαλής τον υποστράτηγο Καρλ φον Λε Ζουίρ (1898-1954).
Ο γερμανός στρατηγός με τις αριστοκρατικές ρίζες, έχοντας πληροφορηθεί την εκτέλεση των 78 γερμανών αιχμαλώτων από τους αντάρτες, διέταξε τους άνδρες του να μην διστάσουν να λάβουν τα πιο σκληρά αντίποινα εναντίον του άμαχου πληθυσμού της περιοχής. Ήταν, άλλωστε, πρακτική των αρχών κατοχής να εκτελούν για κάθε σκοτωμένο γερμανό στρατιωτικό πολλαπλάσιους έλληνες αμάχους.
Η «Επιχείρηση Καλάβρυτα» ξεκίνησε στις 4 Δεκεμβρίου, όταν οι γερμανικές δυνάμεις άρχισαν να συρρέουν στην ευρύτερη περιοχή των Καλαβρύτων από την Πάτρα, το Αίγιο, τον Πύργο και την Τρίπολη. Στο διάβα τους έκαιγαν χωριά και μοναστήρια (Μέγα Σπήλαιο και Αγία Λαύρα) και σκότωναν άοπλους πολίτες και μοναχούς.
Στις 9 Δεκεμβρίου έφθασαν στα Καλάβρυτα, δημιουργώντας ένα ασφυκτικό κλοιό γύρω από την πόλη. Καθησύχασαν τους κατοίκους, διαβεβαιώνοντας ότι στόχος τους ήταν αποκλειστικά η εξόντωση των ανταρτών και μάλιστα ζήτησαν από όσους την είχαν εγκαταλείψει να επιστρέψουν άφοβα πίσω στα Καλάβρυτα. Για να τους πείσουν ακόμη περισσότερο προχώρησαν στην πυρπόληση σπιτιών, που ανήκαν σε αντάρτες, και αναζήτησαν την τύχη των γερμανών τραυματιών της μάχης της Κερπινής.
Έξαφνα, όμως, το πρωί της Δευτέρας 13 Δεκεμβρίου συγκέντρωσαν όλο τον πληθυσμό στην κεντρική πλατεία και οδήγησαν τον άρρενα πληθυσμό άνω των 13 ετών σε μια επικλινή τοποθεσία, που ονομαζόταν «Ράχη του Καπή», ενώ τα γυναικόπαιδα τα κλείδωσαν στο σχολείο. Στη ράχη του Καπή εκτυλίχθηκε τις πρώτες μεταμεσημβρινές ώρες η τραγωδία, που οδήγησε σχεδόν όλο τον άρρενα πληθυσμό των Καλαβρύτων στο θάνατο. Με ριπές πολυβόλων οι Γερμανοί εκτέλεσαν τους συγκεντρωμένους, γύρω στους 800 ανθρώπους. Μόνο 13 Καλαβρυτινοί διασώθηκαν και αυτοί επειδή είχαν καλυφθεί από τα πτώματα των συμπολιτών τους και οι Γερμανοί τους θεώρησαν νεκρούς. Το σήμα για την εκτέλεση έδωσε με φωτοβολίδα από το κέντρο των Καλαβρύτων ο ταγματάρχης Χανς Εμπερσμπέργκερ και επικεφαλής του εκτελεστικού αποσπάσματος ήταν ο υπολοχαγός Βίλιμπαντ Ακαμπχούμπερ.
Το έγκλημα ολοκληρώθηκε με την πυρπόληση όλων σχεδόν των σπιτιών των Καλαβρύτων. Όσον αφορά την τύχη των γυναικόπαιδων, αυτά σώθηκαν χάρη στον ανθρωπισμό ενός Αυστριακού στρατιώτη, στον οποίο είχε ανατεθεί η φύλαξή τους. Αυτός άφησε ελεύθερη την είσοδο του σχολείου και διευκόλυνε την απομάκρυνσή τους. Όμως, το πλήρωσε με τη ζωή του, αφού καταδικάσθηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε. Συνολικά, κατά τη διάρκεια της «Επιχείρησης Καλάβρυτα», οι Γερμανοί σκότωσαν 1.101 άτομα, κατέστρεψαν και λεηλάτησαν πάνω από 1.000 σπίτια, κατάσχεσαν 2.000 αιγοπρόβατα και απέσπασαν 260.000.000 δραχμές.
Κανείς από τους υπευθύνους του Ολοκαυτώματος των Καλαβρύτων δεν λογοδότησε στη Δικαιοσύνη. Ο στρατηγός Λε Ζουίρ πέθανε αιχμάλωτος των Σοβιετικών το 1954, ο Εμπερσμπέργκερ σκοτώθηκε στο Ανατολικό Μέτωπο και ο Ακαμπχούμπερ πέθανε στην Αυστρία το 1972, σε ηλικία 67 ετών. Μόνο ο κατοχικός στρατιωτικός διοικητής της Ελλάδας, στρατηγός Χέλμουτ Φέλμι (1885-1965), καταδικάσθηκε το 1948 σε κάθειρξη 15 ετών από το Δικαστήριο της Νυρεμβέργης για όλα τα εγκλήματα πολέμου του Γ’ Ράιχ στην Ελλάδα, αλλά μετά από τρία χρόνια αφέθηκε ελεύθερος. Στις 18 Απριλίου του 2000, ο τότε Πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, Γιοχάνες Ράου (1931-2006), επισκέφτηκε τα Καλάβρυτα και εξέφρασε τη βαθιά θλίψη του για την τραγωδία. Εντούτοις, δεν ανέλαβε την ευθύνη εξ ονόματος του γερμανικού κράτους και δεν αναφέρθηκε στο ζήτημα των αποζημιώσεων.


















Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2016

Τζον Λένον 1940 – 1980





Τραγουδοποιός, μουσικός, συγγραφέας και αγωνιστής της ειρήνης, που έγινε παγκόσμια γνωστός ως μέλος των Beatles.
Ο Τζον Ουίνστον Λένον (John Lennon) γεννήθηκε στο Λίβερπουλ στις 9 Οκτωβρίου1940, κατά τη διάρκεια ενός βομβαρδισμού της πόλης από τη «Λουφτβάφε». Ο πατέρας του Άλφρεντ ήταν ναυτικός και η μητέρα του Τζούλια χορεύτρια σε τοπικά κλαμπ. Το όνομα Τζον του δόθηκε προς τιμήν του παππού του και το Ουίνστον προς τιμήν του βρετανού πρωθυπουργού Γουίνστον Τσόρτσιλ.
Μετά τον χωρισμό των γονιών του, ο νεαρός Τζον μεγάλωσε στο σπίτι της αυστηρής θείας του Μίμι και του άνδρα της Τζορτζ, που τον αγαπούσαν σαν δικό της παιδί. Μολονότι δεν ζούσε με τη μητέρα του, τη λάτρευε. Άλλωστε, ήταν εκείνη που του χάρισε την πρώτη του κιθάρα το 1957, ενθαρρύνοντάς τον να ασχοληθεί με τη μουσική. Ο θάνατός της σε τροχαίο το 1958 δεν ξεπεράστηκε ποτέ από τον Τζον και ήταν η αιτία που σφυρηλάτησε τη δυνατή του φιλία με έναν άλλο νεαρό, τον Πολ ΜακΚάρτνεϊ, που είχε χάσει τη μητέρα του από την επάρατο νόσο.
Ο Τζον αγαπούσε το γράψιμο και τη ζωγραφική, με το σχολείο να τον αφήνει μάλλον αδιάφορο. Φοίτησε στο κολέγιο Καλών Τεχνών του Λίβερπουλ, αλλά δεν υπήρξε ποτέ συνεπής σπουδαστής. Εκεί, όμως, γνώρισε την πρώτη του γυναίκα, τη Σίνθια Πάουελ, η οποία του χάρισε ένα παιδί, τον Τζούλιαν (1963). Ο Τζον ζούσε για τη μουσική και τον Μάρτιο του 1957 ίδρυσε την πρώτη του μπάντα, τους Quarrymen, που πήρε το όνομά της από το σχολείο, όπου φοιτούσε. Έπαιζαν σκιφλ, ένα είδος φολκ μουσικής με τζαζ και μπλουζ επιρροές.
Στις 6 Ιουλίου 1957 γνωρίζει τον Πολ ΜαΚάρτνεϊ, ο οποίος σύντομα γίνεται μέλος του συγκροτήματος, αφού ο πατέρας του διαθέτει το υπόγειο του σπιτιού για τις πρόβες των Quarrymen. Την εποχή αυτή ο Λένον γράφει και το πρώτο του τραγούδι «Hello Little Girl», που έγινε αργότερα επιτυχία με τους The Fourmost. Στο συγκρότημα καταφθάνει με συστάσεις του ΜακΚάρτνεϊ ο νεαρός κιθαρίστας Τζορτζ Χάρισον, που δίνει έναν πιο ροκ χαρακτήρα. Οι Quarrymen μετονομάζονται σε «Johnny and the Moondogs», με τον Λένον να έχει τον πρώτο λόγο, αλλά να μην είναι ικανοποιημένος από τον ήχο τους. Το καλοκαίρι του 1958 ηχογραφούν ένα δίσκο 45 στροφών, που περιέχει δύο τραγούδια, τη σύνθεση των Λένον / ΜακΚάρντεϊ «In Spite of Αll the Danger» και τη διασκευή του κομματιού του Μπαντ Χόλι «That' ll Be the Day».

Στα μέσα του 1959, η μπάντα του Λένον αλλάζει το όνομά της σε Beatles και αρχίζει εμφανίσεις στο Αμβούργο και στο κλαμπ του Λίβερπουλ, Cavern. Ήταν εκεί που τους ανακάλυψε ο Μπράιαν Έπσταϊν, ο πρώτος τους μάνατζερ, και στις 5 Οκτωβρίου 1962 κυκλοφορούν το παρθενικό τους σινγκλ «Love me Do». Η επιτυχία είναι μεγάλη. Οι Beatles εκτοξεύονται στην κορυφή και εν μια νυκτί μετατρέπονται σε ζωντανό θρύλο. Στα τραγούδια τους συνδυάζουν τη ρεαλιστική προσέγγιση και την εσωτερικότητα του Λένον, με την αισιόδοξη ματιά και το μελωδικό χάρισμα του ΜακΚάρτνεϊ. Ο ένας συμπληρώνει τον άλλο και το αποτέλεσμα είναι μοναδικό. Οι Μπιτλς ανάγουν το τρίλεπτο ποπ τραγούδι σε μορφή τέχνης.
Μετά τον θάνατο του Επστάιν αρχίζουν να εμφανίζονται οι πρώτες σκιές στους Μπιτλς. Ο Μακάρτνεϊ επιζητεί να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο, κάτι που δεν αρέσει στον Λένον, η ερωμένη του οποίου Γιόκο Όνο, αναμιγνύεται όλο και πιο πολύ στις υποθέσεις τους, προκαλώντας την αγανάκτηση των υπολοίπων. Έτσι είναι αναπόφευκτη η διάλυση του συγκροτήματος το 1970.
Από την εποχή των Μπιτλς, ο Τζον Λένον είχε ξεκινήσει την προσωπική του μουσική διαδρομή. Με τη συμμετοχή της Γιόκο Όνο ηχογράφησε τρεις δίσκους με πειραματική μουσική κι ένα live στο Τορόντο με τη νεοσύστατη μπάντα των Plastic Ono Band. Μετά τη διάλυση των Beatles και μέχρι τη δολοφονία του το 1981 κυκλοφόρησε μια σειρά άλμπουμ, που δεν έφθαναν στο δημιουργικό ύψος της μουσικής των «Σκαθαριών», αλλά παρουσίαζαν μεγάλο ενδιαφέρον και είχαν απήχηση στο μουσικόφιλο κοινό. Κορυφαία στιγμή υπήρξε αναμφισβήτητα το άλμπουμ Imagine (1971) και το ομώνυμο τραγούδι, που έγινε ο ύμνος του αντιπολεμικού κινήματος.
Στις 31 Αυγούστου 1971 ο Λένον μετακομίζει στη Νέα Υόρκη και δεν θα επιστρέψει ποτέ στην Αγγλία. Σύντομα θα αντιμετωπίσει προβλήματα με το αμερικανικό κράτος, καθώς ο πρόεδρος Νίξον ψάχνει τρόπο να τον απελάσει. Δεν του συγχωρεί ότι είναι ένα από τα ηγετικά στελέχη του αντιπολεμικού κινήματος, που μάχεται τη συμμετοχή των Αμερικανών στο Βιετνάμ. Με ευφάνταστους τρόπους και εκμεταλλευόμενος τα ΜΜΕ (Bed-In), προσπαθεί να ευαισθητοποιήσει την παγκόσμια κοινή γνώμη στην υπόθεση της παγκόσμιας ειρήνης. Ο Λένον βρίσκεται στο στόχαστρο και των πανίσχυρων εκκλησιαστικών οργανώσεων, που δεν ξεχνούν τη δήλωση του 1966, ότι «οι Μπιτλς είναι ανώτεροι από τον Θεό».
Το 1973 χωρίζει από τη Γιόκο και τα φτιάχνει για δύο χρόνια με την κινέζα γραμματέα του Μέι Παγκ. Τον Νοέμβριο του 1974 θα εμφανιστεί για τελευταία φορά επί σκηνής, συμμετέχοντας σε μια συναυλία του Έλτον Τζον στη Νέα Υόρκη. Το 1975 επανασυνδέεται με τη Γιόκο Όνο και στις 20 Μαρτίου παντρεύονται στο Γιβραλτάρ. Στις 9 Οκτωβρίου θα γεννηθεί ο γιος τους Σον. Ο Τζον εγκαταλείπει τη μουσική για να αφιερωθεί στη φροντίδα του νεογέννητου παιδιού του. Πέντε χρόνια αργότερα θα επιστρέψει δυναμικά στη μουσική, με το διπλό άλμπουμ «Double Fantasy», που θα αποτελέσει το κύκνειο άσμα της σύντομης, αλλά σπουδαίας καριέρας του.
Στις 8 Δεκεμβρίου 1980 το νήμα της ζωής του κόπηκε από τις σφαίρες ενός θαυμαστή του, του Μαρκ Τσάπμαν, στον οποίον νωρίτερα είχε υπογράψει ένα αυτόγραφο πάνω στο νέο του άλμπουμ. Ο ίδιος, με το μακάριο χιούμορ που τον διέκρινε, μας είχε προϊδεάσει για το τέλος του: «Να δείτε που θα πάω είτε από αεροπορικό ατύχημα, είτε από σφαίρα κάποιου τρελού θαυμαστή μου» είχε πει σε μια του συνέντευξη πριν από χρόνια.













Η Επίθεση στο Περλ Χάρμπορ




Από τα σημαντικότερα επεισόδια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Συνέβη στις 7 Δεκεμβρίου 1941, όταν ιαπωνικά αεροπλάνα βομβάρδισαν τη ναυτική βάση του Περλ Χάρμπορ στη Χαβάη, όπου ναυλοχούσε ο Αμερικανικός Στόλος του Ειρηνικού. Η επίθεση αυτή, που ήταν η πρώτη σε αμερικανικό έδαφος από το 1812, είχε ως αποτέλεσμα την έξοδο των ΗΠΑ στον πόλεμο.
Οι σχέσεις ΗΠΑ και Ιαπωνίας ήταν ήδη τεταμένες από τις αρχές της δεκαετίας του '30. Οι Αμερικανοί αντιδρούσαν στην επεκτατική πολιτική της Ιαπωνίας στην Κίνα και την Ινδοκίνα με την επιβολή οικονομικών κυρώσεων. Το καλοκαίρι του 1941 κλιμάκωσαν τον οικονομικό πόλεμο κατά της Ιαπωνίας, με την επιβολή εμπάργκο στις εξαγωγές πετρελαίου. Από την πλευρά της, η Ιαπωνία θεώρησε εχθρική ενέργεια το πετρελαϊκό εμπάργκο των Αμερικανών και ήθελε να τους δώσει ένα μάθημα, χωρίς όμως να προκαλέσει την έξοδό τους στον πόλεμο. Γι' αυτό δεν επιτέθηκε στις κτήσεις της Μεγάλης Βρετανίας, που ήταν ο πιστός σύμμαχός τους στην περιοχή.
Το ιαπωνικό επιτελείο αποφάσισε ένα προληπτικό χτύπημα στη ναυτική βάση του Περλ Χάρμπορ, με διπλό στόχο: αφενός θα εξάρθρωνε τον αμερικανικό στόλο του Ειρηνικού και αφετέρου θα διασφάλιζε την πρόσβαση στις πλούσιες πλουτοπαραγωγικές πηγές του Δυτικού Ειρηνικού και κυρίως στις Ολλανδικές Ανατολικές Ινδίες (σημερινή Ινδονησία). Την ίδια περίοδο, στα μέτωπα της Ευρώπης οι Σοβιετικοί είχαν αποκρούσει την επίθεση των Γερμανών στη Μόσχα και περνούσαν στην αντεπίθεση. Η χώρα μας βίωνε έναν εφιαλτικό χειμώνα κάτω από την μπότα του γερμανού κατακτητή, με χιλιάδες νεκρούς από την έλλειψη τροφίμων. Στο βορειοαφρικανικό μέτωπο, ο Ρόμελ είχε ακόμη το πάνω χέρι έναντι των Συμμάχων.
Η διαταγή για επίθεση στο Περλ Χάρμπορ δόθηκε από τον αρχιναύαρχο Ισορούκου Γιαμαμότο στον επικεφαλής της επιχείρησης ναύαρχο Τσουίτσι Ναγκούμο την 1η Δεκεμβρίου 1941. Στο Περλ Χάρμπορ, που βρισκόταν στο νησί Ουάχου της Χαβάης, ναυλοχούσαν 104 πλοία (πολεμικά και συνοδείας) και στάθμευαν 390 αεροσκάφη. Επικεφαλής των ναυτικών δυνάμεων ήταν ο ναύαρχος Χάσμπαντ Κίμελ και των χερσαίων ο στρατηγός Γουόλτερ Σορτ. Η ναυτική δύναμη των Ιαπώνων με επικεφαλής 6 αεροπλανοφόρα απέπλευσε δυτικά, χωρίς να επισημανθεί από τους Αμερικανούς και έφθασε 275 ναυτικά μίλια βόρεια των Νησιών Χαβάη. Από το σημείο αυτό θα εξαπέλυαν την επίθεσή τους στο Περλ Χάρμπορ, με αλλεπάλληλα αεροπορικά κύματα.
Στις 3:42 π.μ. της 7ης Δεκεμβρίου το αμερικανικό ναρκαλιευτικό «Condor» εντόπισε ένα γιαπωνέζικο υποβρύχιο τσέπης λίγο έξω από το Περλ Χάρμπορ. Καταδιώχθηκε και βυθίστηκε στις 6:37 π.μ. από το αντιτορπιλικό «Ward», που έριξε τα πρώτα αμερικανικά πυρά στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ήταν ένα από τα πέντε μικρά υποβρύχια, που θα επιχειρούσαν και θα κατέστρεφαν αμερικανικά πλοία κατά τη διάρκεια των αεροπορικών επιθέσεων.

Η κύρια επίθεση των Ιαπώνων στο Περλ Χάρμπορ εκδηλώθηκε στις 7:48 π.μ. με το πρώτο κύμα των αεροπλάνων, που διοικούσε πλοίαρχος Μιτσούο Φουτσίντα. Ήταν Κυριακή και επικρατούσε γενική χαλάρωση. Τα αμερικανικά ραντάρ εντόπισαν τα ιαπωνικά αεροπλάνα, αλλά οι αρμόδιοι αξιωματικοί τα θεώρησαν φίλια, καθώς περίμεναν την άφιξη σμήνους βομβαρδιστικών Β-17.
Οι Αμερικανοί πιάστηκαν στην κυριολεξία στον ύπνο και δεν μπόρεσαν να αντιδράσουν άμεσα. Τα αεροπλάνα τους καταστράφηκαν στο έδαφος, αφού ήταν παρκαρισμένα το ένα δίπλα στο άλλο για τον φόβο σαμποτάζ. Οι βόμβες και οι τορπίλες των γιαπωνέζικων αεροπλάνων έπληξαν και πολλά πολεμικά πλοία. Ακολούθησε λίγο αργότερα ένα δεύτερο κύμα αεροπλάνων με επικεφαλής τον πλωτάρχη Σιγκεκάζου Σιμαζάκι, αλλά αυτή την φορά οι Αμερικανοί είχαν προετοιμασθεί στοιχειωδώς για να αντιμετωπίσουν τους επιτιθέμενους.
Στα 90 λεπτά που κράτησε συνολικά η από αέρος επίθεση των Ιαπώνων, 2.386 Αμερικανοί (στρατιωτικοί και πολίτες) έχασαν τη ζωή τους και 1.139 τραυματίστηκαν. 188 αεροπλάνα καταστράφηκαν, 155 υπέστησαν ζημιές, 5 πλοία βυθίσθηκαν και 13 τέθηκαν εκτός μάχης. Οι Αμερικανοί, όμως, κατόρθωσαν να διατηρήσουν ανέπαφα τα δίκτυα της επιμελητείας (ναυπηγεία και δεξαμενές καυσίμων). Από την πλευρά τους, οι Γιαπωνέζοι έχασαν 64 άνδρες (55 αεροπόρους και 9 ναυτικούς), 29 αεροπλάνα και τα 5 υποβρύχια τσέπης.
Η απροσδόκητη αυτή επίθεση συνένωσε την αμερικανική κοινή γνώμη και εξάλειψε κάθε σκέψη για ουδετερότητα των ΗΠΑ. Την επομένη, 8 Δεκεμβρίου 1941, ο πρόεδρος Ρούσβελτ χαρακτήρισε «μέρα ντροπής για το αμερικανικό έθνος την 7η Δεκεμβρίου» και το Κογκρέσο χωρίς ενδοιασμούς κήρυξε τον πόλεμο κατά του Άξονα, με μια μόνο αρνητική ψήφο, της πασιφίστριας βουλευτού του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, Τζάνετ Ράνκιν. Ο «κοιμώμενος γίγαντας» ξύπνησε και άλλαξε τις ισορροπίες στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Από στρατιωτικής πλευράς, το χτύπημα δεν ήταν ιδιαίτερα σημαντικό για τις ΗΠΑ, αφού οι γιαπωνέζοι δεν κατόρθωσαν να καταστρέψουν τις εγκαταστάσεις επιμελητείας των Αμερικανών. Αυτός θα ήταν ο στόχος του τρίτου κύματος της αεροπορικής επίθεσης, που δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, λόγω δισταγμών του ναυάρχου Γιαμαμότο.
Επίσης, έμειναν ανέπαφα τα αεροπλανοφόρα και τα υποβρύχια, που θα σήκωναν το κύριο βάρος του πολέμου στον Ειρηνικό και θα αντέστρεφαν το αρχικό πλεονέκτημα των Ιαπώνων. Αυτό έδωσε το δικαίωμα σε κάποιους συγγραφείς να υποστηρίξουν ότι η επίθεση στο Περλ Χάρμπορ ήταν εν γνώσει του Προέδρου Ρούσβελτ, ο οποίος την άφησε να εξελιχθεί για να κάμψει την αντίδραση των ουδετερόφιλων Αμερικανών και να βάλει τη χώρα στον πόλεμο, όπως επιθυμούσε και ο Τσόρτσιλ.
Οι πρώτοι που πλήρωσαν για το φιάσκο του Περλ Χάρμπορ ήταν οι διοικητές του νησιού, ο ναύαρχος Κίμελ και ο στρατηγός Σορτ, που απαλλάχτηκαν των καθηκόντων τους και αποστρατεύτηκαν με συνοπτικές διαδικασίες. Ήταν οι αποδιοπομπαίοι τράγοι, που φορτώθηκαν τα λάθη των προϊσταμένων τους στην Ουάσινγκτον και την αδράνεια των υπηρεσιών πληροφοριών, που άφησαν τους Ιάπωνες να δράσουν ανενόχλητοι.

















Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου 2016

Παύλος Σιδηρόπουλος 1948 – 1990





Ο Παύλος Σιδηρόπουλος γεννήθηκε στις 27 Ιουλίου του 1948 στην Αθήνα. Ήταν δισέγγονος του Αλέξη Ζορμπά και ανιψιός της γνωστής ποιήτριας Έλλης Αλεξίου. Σ' αυτές τις δύο διαφορετικές του ρίζες έβλεπε την αιτία της συνύπαρξης σ' αυτόν του ρόκερ και του σκεπτικιστή.
Η μουσική του πορεία ξεκινά το 1970 από τη Θεσσαλονίκη, όπου σπουδάζει Μαθηματικός στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο. Εκεί γνωρίζει τον Παντελή Δεληγιαννίδη, με τον οποίο δημιουργούν το ντουέτο «Δάμων και Φιντίας». Μαζί κυκλοφορούν τον δίσκο 45 στροφών «Το ξέσπασμα / Ο κόσμος τους» και συμμετέχουν στη συλλογή «Ζωντανοί στο κύτταρο». Από το 1972 έως το 1974 ενσωματώνονται στα «Μπουρμπούλια». Καρπός αυτής της συνεργασίας είναι το 7ινστο «Ο Ντάμης ο σκληρός».
Εν μέσω δικτατορίας, το σχήμα διαλύεται και τα «Μπουρμπούλια» ακολουθούν τον Διονύση Σαββόπουλο. Ο Παύλος Σιδηρόπουλος επιλέγει να συνεργαστεί με τον Γιάννη Μαρκόπουλο και συμμετέχει ως τραγουδιστής σε τρεις δίσκους του: «Θεσσαλικός Κύκλος», «Μετανάστες» και «Οροπέδιο».
Το 1976 δημιουργεί, μαζί με τους Βασίλη και Νίκο Σπυρόπουλο, το γκρουπ «Σπυριδούλα» και κυκλοφορούν ίσως τον κορυφαίο δίσκο της ελληνικής ροκ δισκογραφίας, τον «Φλου». Και αυτό το σχήμα διαλύεται, αφήνοντας πίσω του έναν ολοκληρωμένο ροκ ήχο και μια σειρά συναυλιών.
Το 1979 ο Παύλος Σιδηρόπουλος δημιουργεί το σχήμα «Εταιρία Καλλιτεχνών», με αγγλικό στίχο, χωρίς όμως καμία δισκογραφική δουλειά. Την ίδια περίοδο κάνει και το κινηματογραφικό του ντεμπούτο, ως πρωταγωνιστής στην ταινία του Αντρέα Θωμόπουλου «Ο Ασυμβίβαστος», ενώ ο ίδιος ερμηνεύει και το soundtrack της ταινίας, τραγούδια του οποίου αποτελούν κάποια από τα πλέον γνωστά του, όπως το «Να μ' αγαπάς». Επίσης, συμμετέχει στην ταινία «Αλδεβαράν» με πρωταγωνιστή τον Δημήτρη Πουλικάκο, η οποία προβλήθηκε μόνο στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.
Στη μικρή καριέρα του ως ηθοποιός περιλαμβάνεται και μια τηλεοπτική εμφάνιση στο σήριαλ του Κώστα Φέρρη «Οικογένεια Ζαρντή», που προβλήθηκε στην ΕΡΤ-1.
Η συνεχής αλλαγή συνεργατών σταματάει το 1980. Ο Παύλος Σιδηρόπουλος καταλήγει σ' ένα σχήμα, τους «Απροσάρμοστους», που με λίγες αλλαγές παίζει μαζί τους μέχρι το τέλος. Το 1982 κυκλοφορεί ο δίσκος «Εν Λευκώ», ο οποίος αντιμετώπισε προβλήματα λογοκρισίας για 3 κομμάτια, για προτροπή στη χρήση ναρκωτικών και για προσβολή της δημοσίας αιδούς. Το 1985 κυκλοφορεί σε παραγωγή Δημήτρη Πουλικάκου το δίσκο «Zorba the freak» και το 1989 το «Χωρίς Μακιγιάζ» που είναι ζωντανά ηχογραφημένος στο «Μετρό».
Το 1990 ο Παύλος Σιδηρόπουλος αντιμετωπίζει προβλήματα με το δεξί του χέρι που προφανώς από κάποιο πρόβλημα στα αγγεία παραλύει. Στις 6 Δεκεμβρίου του ίδιου χρόνου, ευρισκόμενος στο σπίτι μιας φίλης του στο Νέο Κόσμο, πέφτει σε κώμα από υπερβολική χρήση ηρωίνης και αφήνει την τελευταία του πνοή κατά τη μεταφορά του στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός. Κηδεύτηκε στις 10 Δεκεμβρίου, στο κοιμητήριο του Κόκκινου Μύλου στη Νέα Φιλαδέλφεια.