Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2016

Τζον Λένον 1940 – 1980





Τραγουδοποιός, μουσικός, συγγραφέας και αγωνιστής της ειρήνης, που έγινε παγκόσμια γνωστός ως μέλος των Beatles.
Ο Τζον Ουίνστον Λένον (John Lennon) γεννήθηκε στο Λίβερπουλ στις 9 Οκτωβρίου1940, κατά τη διάρκεια ενός βομβαρδισμού της πόλης από τη «Λουφτβάφε». Ο πατέρας του Άλφρεντ ήταν ναυτικός και η μητέρα του Τζούλια χορεύτρια σε τοπικά κλαμπ. Το όνομα Τζον του δόθηκε προς τιμήν του παππού του και το Ουίνστον προς τιμήν του βρετανού πρωθυπουργού Γουίνστον Τσόρτσιλ.
Μετά τον χωρισμό των γονιών του, ο νεαρός Τζον μεγάλωσε στο σπίτι της αυστηρής θείας του Μίμι και του άνδρα της Τζορτζ, που τον αγαπούσαν σαν δικό της παιδί. Μολονότι δεν ζούσε με τη μητέρα του, τη λάτρευε. Άλλωστε, ήταν εκείνη που του χάρισε την πρώτη του κιθάρα το 1957, ενθαρρύνοντάς τον να ασχοληθεί με τη μουσική. Ο θάνατός της σε τροχαίο το 1958 δεν ξεπεράστηκε ποτέ από τον Τζον και ήταν η αιτία που σφυρηλάτησε τη δυνατή του φιλία με έναν άλλο νεαρό, τον Πολ ΜακΚάρτνεϊ, που είχε χάσει τη μητέρα του από την επάρατο νόσο.
Ο Τζον αγαπούσε το γράψιμο και τη ζωγραφική, με το σχολείο να τον αφήνει μάλλον αδιάφορο. Φοίτησε στο κολέγιο Καλών Τεχνών του Λίβερπουλ, αλλά δεν υπήρξε ποτέ συνεπής σπουδαστής. Εκεί, όμως, γνώρισε την πρώτη του γυναίκα, τη Σίνθια Πάουελ, η οποία του χάρισε ένα παιδί, τον Τζούλιαν (1963). Ο Τζον ζούσε για τη μουσική και τον Μάρτιο του 1957 ίδρυσε την πρώτη του μπάντα, τους Quarrymen, που πήρε το όνομά της από το σχολείο, όπου φοιτούσε. Έπαιζαν σκιφλ, ένα είδος φολκ μουσικής με τζαζ και μπλουζ επιρροές.
Στις 6 Ιουλίου 1957 γνωρίζει τον Πολ ΜαΚάρτνεϊ, ο οποίος σύντομα γίνεται μέλος του συγκροτήματος, αφού ο πατέρας του διαθέτει το υπόγειο του σπιτιού για τις πρόβες των Quarrymen. Την εποχή αυτή ο Λένον γράφει και το πρώτο του τραγούδι «Hello Little Girl», που έγινε αργότερα επιτυχία με τους The Fourmost. Στο συγκρότημα καταφθάνει με συστάσεις του ΜακΚάρτνεϊ ο νεαρός κιθαρίστας Τζορτζ Χάρισον, που δίνει έναν πιο ροκ χαρακτήρα. Οι Quarrymen μετονομάζονται σε «Johnny and the Moondogs», με τον Λένον να έχει τον πρώτο λόγο, αλλά να μην είναι ικανοποιημένος από τον ήχο τους. Το καλοκαίρι του 1958 ηχογραφούν ένα δίσκο 45 στροφών, που περιέχει δύο τραγούδια, τη σύνθεση των Λένον / ΜακΚάρντεϊ «In Spite of Αll the Danger» και τη διασκευή του κομματιού του Μπαντ Χόλι «That' ll Be the Day».

Στα μέσα του 1959, η μπάντα του Λένον αλλάζει το όνομά της σε Beatles και αρχίζει εμφανίσεις στο Αμβούργο και στο κλαμπ του Λίβερπουλ, Cavern. Ήταν εκεί που τους ανακάλυψε ο Μπράιαν Έπσταϊν, ο πρώτος τους μάνατζερ, και στις 5 Οκτωβρίου 1962 κυκλοφορούν το παρθενικό τους σινγκλ «Love me Do». Η επιτυχία είναι μεγάλη. Οι Beatles εκτοξεύονται στην κορυφή και εν μια νυκτί μετατρέπονται σε ζωντανό θρύλο. Στα τραγούδια τους συνδυάζουν τη ρεαλιστική προσέγγιση και την εσωτερικότητα του Λένον, με την αισιόδοξη ματιά και το μελωδικό χάρισμα του ΜακΚάρτνεϊ. Ο ένας συμπληρώνει τον άλλο και το αποτέλεσμα είναι μοναδικό. Οι Μπιτλς ανάγουν το τρίλεπτο ποπ τραγούδι σε μορφή τέχνης.
Μετά τον θάνατο του Επστάιν αρχίζουν να εμφανίζονται οι πρώτες σκιές στους Μπιτλς. Ο Μακάρτνεϊ επιζητεί να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο, κάτι που δεν αρέσει στον Λένον, η ερωμένη του οποίου Γιόκο Όνο, αναμιγνύεται όλο και πιο πολύ στις υποθέσεις τους, προκαλώντας την αγανάκτηση των υπολοίπων. Έτσι είναι αναπόφευκτη η διάλυση του συγκροτήματος το 1970.
Από την εποχή των Μπιτλς, ο Τζον Λένον είχε ξεκινήσει την προσωπική του μουσική διαδρομή. Με τη συμμετοχή της Γιόκο Όνο ηχογράφησε τρεις δίσκους με πειραματική μουσική κι ένα live στο Τορόντο με τη νεοσύστατη μπάντα των Plastic Ono Band. Μετά τη διάλυση των Beatles και μέχρι τη δολοφονία του το 1981 κυκλοφόρησε μια σειρά άλμπουμ, που δεν έφθαναν στο δημιουργικό ύψος της μουσικής των «Σκαθαριών», αλλά παρουσίαζαν μεγάλο ενδιαφέρον και είχαν απήχηση στο μουσικόφιλο κοινό. Κορυφαία στιγμή υπήρξε αναμφισβήτητα το άλμπουμ Imagine (1971) και το ομώνυμο τραγούδι, που έγινε ο ύμνος του αντιπολεμικού κινήματος.
Στις 31 Αυγούστου 1971 ο Λένον μετακομίζει στη Νέα Υόρκη και δεν θα επιστρέψει ποτέ στην Αγγλία. Σύντομα θα αντιμετωπίσει προβλήματα με το αμερικανικό κράτος, καθώς ο πρόεδρος Νίξον ψάχνει τρόπο να τον απελάσει. Δεν του συγχωρεί ότι είναι ένα από τα ηγετικά στελέχη του αντιπολεμικού κινήματος, που μάχεται τη συμμετοχή των Αμερικανών στο Βιετνάμ. Με ευφάνταστους τρόπους και εκμεταλλευόμενος τα ΜΜΕ (Bed-In), προσπαθεί να ευαισθητοποιήσει την παγκόσμια κοινή γνώμη στην υπόθεση της παγκόσμιας ειρήνης. Ο Λένον βρίσκεται στο στόχαστρο και των πανίσχυρων εκκλησιαστικών οργανώσεων, που δεν ξεχνούν τη δήλωση του 1966, ότι «οι Μπιτλς είναι ανώτεροι από τον Θεό».
Το 1973 χωρίζει από τη Γιόκο και τα φτιάχνει για δύο χρόνια με την κινέζα γραμματέα του Μέι Παγκ. Τον Νοέμβριο του 1974 θα εμφανιστεί για τελευταία φορά επί σκηνής, συμμετέχοντας σε μια συναυλία του Έλτον Τζον στη Νέα Υόρκη. Το 1975 επανασυνδέεται με τη Γιόκο Όνο και στις 20 Μαρτίου παντρεύονται στο Γιβραλτάρ. Στις 9 Οκτωβρίου θα γεννηθεί ο γιος τους Σον. Ο Τζον εγκαταλείπει τη μουσική για να αφιερωθεί στη φροντίδα του νεογέννητου παιδιού του. Πέντε χρόνια αργότερα θα επιστρέψει δυναμικά στη μουσική, με το διπλό άλμπουμ «Double Fantasy», που θα αποτελέσει το κύκνειο άσμα της σύντομης, αλλά σπουδαίας καριέρας του.
Στις 8 Δεκεμβρίου 1980 το νήμα της ζωής του κόπηκε από τις σφαίρες ενός θαυμαστή του, του Μαρκ Τσάπμαν, στον οποίον νωρίτερα είχε υπογράψει ένα αυτόγραφο πάνω στο νέο του άλμπουμ. Ο ίδιος, με το μακάριο χιούμορ που τον διέκρινε, μας είχε προϊδεάσει για το τέλος του: «Να δείτε που θα πάω είτε από αεροπορικό ατύχημα, είτε από σφαίρα κάποιου τρελού θαυμαστή μου» είχε πει σε μια του συνέντευξη πριν από χρόνια.













Η Επίθεση στο Περλ Χάρμπορ




Από τα σημαντικότερα επεισόδια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Συνέβη στις 7 Δεκεμβρίου 1941, όταν ιαπωνικά αεροπλάνα βομβάρδισαν τη ναυτική βάση του Περλ Χάρμπορ στη Χαβάη, όπου ναυλοχούσε ο Αμερικανικός Στόλος του Ειρηνικού. Η επίθεση αυτή, που ήταν η πρώτη σε αμερικανικό έδαφος από το 1812, είχε ως αποτέλεσμα την έξοδο των ΗΠΑ στον πόλεμο.
Οι σχέσεις ΗΠΑ και Ιαπωνίας ήταν ήδη τεταμένες από τις αρχές της δεκαετίας του '30. Οι Αμερικανοί αντιδρούσαν στην επεκτατική πολιτική της Ιαπωνίας στην Κίνα και την Ινδοκίνα με την επιβολή οικονομικών κυρώσεων. Το καλοκαίρι του 1941 κλιμάκωσαν τον οικονομικό πόλεμο κατά της Ιαπωνίας, με την επιβολή εμπάργκο στις εξαγωγές πετρελαίου. Από την πλευρά της, η Ιαπωνία θεώρησε εχθρική ενέργεια το πετρελαϊκό εμπάργκο των Αμερικανών και ήθελε να τους δώσει ένα μάθημα, χωρίς όμως να προκαλέσει την έξοδό τους στον πόλεμο. Γι' αυτό δεν επιτέθηκε στις κτήσεις της Μεγάλης Βρετανίας, που ήταν ο πιστός σύμμαχός τους στην περιοχή.
Το ιαπωνικό επιτελείο αποφάσισε ένα προληπτικό χτύπημα στη ναυτική βάση του Περλ Χάρμπορ, με διπλό στόχο: αφενός θα εξάρθρωνε τον αμερικανικό στόλο του Ειρηνικού και αφετέρου θα διασφάλιζε την πρόσβαση στις πλούσιες πλουτοπαραγωγικές πηγές του Δυτικού Ειρηνικού και κυρίως στις Ολλανδικές Ανατολικές Ινδίες (σημερινή Ινδονησία). Την ίδια περίοδο, στα μέτωπα της Ευρώπης οι Σοβιετικοί είχαν αποκρούσει την επίθεση των Γερμανών στη Μόσχα και περνούσαν στην αντεπίθεση. Η χώρα μας βίωνε έναν εφιαλτικό χειμώνα κάτω από την μπότα του γερμανού κατακτητή, με χιλιάδες νεκρούς από την έλλειψη τροφίμων. Στο βορειοαφρικανικό μέτωπο, ο Ρόμελ είχε ακόμη το πάνω χέρι έναντι των Συμμάχων.
Η διαταγή για επίθεση στο Περλ Χάρμπορ δόθηκε από τον αρχιναύαρχο Ισορούκου Γιαμαμότο στον επικεφαλής της επιχείρησης ναύαρχο Τσουίτσι Ναγκούμο την 1η Δεκεμβρίου 1941. Στο Περλ Χάρμπορ, που βρισκόταν στο νησί Ουάχου της Χαβάης, ναυλοχούσαν 104 πλοία (πολεμικά και συνοδείας) και στάθμευαν 390 αεροσκάφη. Επικεφαλής των ναυτικών δυνάμεων ήταν ο ναύαρχος Χάσμπαντ Κίμελ και των χερσαίων ο στρατηγός Γουόλτερ Σορτ. Η ναυτική δύναμη των Ιαπώνων με επικεφαλής 6 αεροπλανοφόρα απέπλευσε δυτικά, χωρίς να επισημανθεί από τους Αμερικανούς και έφθασε 275 ναυτικά μίλια βόρεια των Νησιών Χαβάη. Από το σημείο αυτό θα εξαπέλυαν την επίθεσή τους στο Περλ Χάρμπορ, με αλλεπάλληλα αεροπορικά κύματα.
Στις 3:42 π.μ. της 7ης Δεκεμβρίου το αμερικανικό ναρκαλιευτικό «Condor» εντόπισε ένα γιαπωνέζικο υποβρύχιο τσέπης λίγο έξω από το Περλ Χάρμπορ. Καταδιώχθηκε και βυθίστηκε στις 6:37 π.μ. από το αντιτορπιλικό «Ward», που έριξε τα πρώτα αμερικανικά πυρά στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ήταν ένα από τα πέντε μικρά υποβρύχια, που θα επιχειρούσαν και θα κατέστρεφαν αμερικανικά πλοία κατά τη διάρκεια των αεροπορικών επιθέσεων.

Η κύρια επίθεση των Ιαπώνων στο Περλ Χάρμπορ εκδηλώθηκε στις 7:48 π.μ. με το πρώτο κύμα των αεροπλάνων, που διοικούσε πλοίαρχος Μιτσούο Φουτσίντα. Ήταν Κυριακή και επικρατούσε γενική χαλάρωση. Τα αμερικανικά ραντάρ εντόπισαν τα ιαπωνικά αεροπλάνα, αλλά οι αρμόδιοι αξιωματικοί τα θεώρησαν φίλια, καθώς περίμεναν την άφιξη σμήνους βομβαρδιστικών Β-17.
Οι Αμερικανοί πιάστηκαν στην κυριολεξία στον ύπνο και δεν μπόρεσαν να αντιδράσουν άμεσα. Τα αεροπλάνα τους καταστράφηκαν στο έδαφος, αφού ήταν παρκαρισμένα το ένα δίπλα στο άλλο για τον φόβο σαμποτάζ. Οι βόμβες και οι τορπίλες των γιαπωνέζικων αεροπλάνων έπληξαν και πολλά πολεμικά πλοία. Ακολούθησε λίγο αργότερα ένα δεύτερο κύμα αεροπλάνων με επικεφαλής τον πλωτάρχη Σιγκεκάζου Σιμαζάκι, αλλά αυτή την φορά οι Αμερικανοί είχαν προετοιμασθεί στοιχειωδώς για να αντιμετωπίσουν τους επιτιθέμενους.
Στα 90 λεπτά που κράτησε συνολικά η από αέρος επίθεση των Ιαπώνων, 2.386 Αμερικανοί (στρατιωτικοί και πολίτες) έχασαν τη ζωή τους και 1.139 τραυματίστηκαν. 188 αεροπλάνα καταστράφηκαν, 155 υπέστησαν ζημιές, 5 πλοία βυθίσθηκαν και 13 τέθηκαν εκτός μάχης. Οι Αμερικανοί, όμως, κατόρθωσαν να διατηρήσουν ανέπαφα τα δίκτυα της επιμελητείας (ναυπηγεία και δεξαμενές καυσίμων). Από την πλευρά τους, οι Γιαπωνέζοι έχασαν 64 άνδρες (55 αεροπόρους και 9 ναυτικούς), 29 αεροπλάνα και τα 5 υποβρύχια τσέπης.
Η απροσδόκητη αυτή επίθεση συνένωσε την αμερικανική κοινή γνώμη και εξάλειψε κάθε σκέψη για ουδετερότητα των ΗΠΑ. Την επομένη, 8 Δεκεμβρίου 1941, ο πρόεδρος Ρούσβελτ χαρακτήρισε «μέρα ντροπής για το αμερικανικό έθνος την 7η Δεκεμβρίου» και το Κογκρέσο χωρίς ενδοιασμούς κήρυξε τον πόλεμο κατά του Άξονα, με μια μόνο αρνητική ψήφο, της πασιφίστριας βουλευτού του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, Τζάνετ Ράνκιν. Ο «κοιμώμενος γίγαντας» ξύπνησε και άλλαξε τις ισορροπίες στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Από στρατιωτικής πλευράς, το χτύπημα δεν ήταν ιδιαίτερα σημαντικό για τις ΗΠΑ, αφού οι γιαπωνέζοι δεν κατόρθωσαν να καταστρέψουν τις εγκαταστάσεις επιμελητείας των Αμερικανών. Αυτός θα ήταν ο στόχος του τρίτου κύματος της αεροπορικής επίθεσης, που δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, λόγω δισταγμών του ναυάρχου Γιαμαμότο.
Επίσης, έμειναν ανέπαφα τα αεροπλανοφόρα και τα υποβρύχια, που θα σήκωναν το κύριο βάρος του πολέμου στον Ειρηνικό και θα αντέστρεφαν το αρχικό πλεονέκτημα των Ιαπώνων. Αυτό έδωσε το δικαίωμα σε κάποιους συγγραφείς να υποστηρίξουν ότι η επίθεση στο Περλ Χάρμπορ ήταν εν γνώσει του Προέδρου Ρούσβελτ, ο οποίος την άφησε να εξελιχθεί για να κάμψει την αντίδραση των ουδετερόφιλων Αμερικανών και να βάλει τη χώρα στον πόλεμο, όπως επιθυμούσε και ο Τσόρτσιλ.
Οι πρώτοι που πλήρωσαν για το φιάσκο του Περλ Χάρμπορ ήταν οι διοικητές του νησιού, ο ναύαρχος Κίμελ και ο στρατηγός Σορτ, που απαλλάχτηκαν των καθηκόντων τους και αποστρατεύτηκαν με συνοπτικές διαδικασίες. Ήταν οι αποδιοπομπαίοι τράγοι, που φορτώθηκαν τα λάθη των προϊσταμένων τους στην Ουάσινγκτον και την αδράνεια των υπηρεσιών πληροφοριών, που άφησαν τους Ιάπωνες να δράσουν ανενόχλητοι.