Άραβας έμπορος και μύστης. Θεμελίωσε την μουσουλμανική θρησκεία, την οποία ασπάζονται σήμερα 1.7 δισ. άνθρωποι ή το 23.4% του πληθυσμού της Γης. Εξ αυτού του λόγου θεωρείται μια από τις σημαντικότερες και επιδραστικότερες προσωπικότητες της ανθρωπότητας.
Ο Αμπού αλ-Κασίμ Μουχάμαντ ιμπν Αμπντ Αλλάχ ιμπν Αμπντ αλ-Μουταλίμπ ιμπν Αμπντ Μανάφ αλ-Κουρασί, όπως είναι το πλήρες όνομά του (το Μωάμεθ είναι εξελληνισμένος τύπος του αραβικού ονόματος Muhammad, που σημαίνει αξιέπαινος), γεννήθηκε στη Μέκκα της Πετραίας Αραβίας (σημερινή Σαουδική Αραβία), περί το 570. Σε μικρή ηλικία έμεινε ορφανός και ανατράφηκε αρχικά από τον παππού του Αμπντ αλ-Μουταλίμπ και μετά τον θάνατό του από τον θείο του Αμπού Ταλίμπ, τον οποίο συνόδευε στα εμπορικά του ταξίδια στην Συρία από μικρή ηλικία. Κατά την διάρκεια των ταξιδιών του ήλθε σε επαφή με χριστιανούς και ιουδαίους και αφομοίωσε πολλά στοιχεία από τις θρησκείες τους.
Στα 25 χρόνια του, το 595, ο Μωάμεθ νυμφεύτηκε μια πλούσια χήρα, τη Χαντίτζα, δεκαπέντε χρόνια μεγαλύτερή του, με την οποία έζησε αρμονικά μέχρι τον θάνατό της, το 620, και απέκτησε τέσσερις κόρες και δύο γιους. Η Χαντίτζα θεωρείται η πρώτη πιστή του Μουσουλμανισμού. Μετά τον θάνατό της ο Μωάμεθ στράφηκε στην πολυγαμία και απέκτησε 11 συζύγους έως το 630.
Έχοντας πνευματικές ανησυχίες και προβληματιζόμενος για την σύγχυση που επικρατούσε στις αραβικές θρησκείες, που ήταν ειδωλολατρικές, αποτραβιόταν σ’ ένα σπήλαιο στον λόφο Χίρα, κοντά στην Μέκκα και συλλογιζόταν, πώς θα δώσει μια νέα θρησκεία στους ομοεθνείς του και πώς θα τους εξυψώσει πολιτικά.
Ήταν 40 χρονών το 610, όταν, όπως λέει η παράδοση, του φανερώθηκε ο άγγελος Γαβριήλ και του υπαγόρευσε τις «θελήσεις του θεού». Την βαθιά αυτή πνευματική εμπειρία την αισθάνθηκε ως κλήση στο προφητικό έργο. Από το 613, άρχισε να διαδίδει το «θέλημα του ενός και μοναδικού θεού», διαμορφώνοντας μια νέα θρησκεία. Καλούσε τους ανθρώπους να τον ακολουθήσουν στον δρόμο του «Ισλάμ», της υποταγής στον Θεό (Αλλάχ).
Στην αρχή οι ειδωλολάτρες κάτοικοι της Μέκκας αποστρέφονταν τη διδασκαλία του και τον καταδίωκαν. Αναγκάσθηκε τότε να φύγει για τη Μεδίνα όπου τον υποδέχθηκαν πολύ θερμά και ασπάσθηκαν τη διδασκαλία του. Η αποδημία του από τη Μέκκα στη Μεδίνα (Χίτζρα ή Εγίρα στα ελληνικά) πού έγινε τον Σεπτέμβριο του 622, είναι σημαντικότατο γεγονός και θεωρείται η αρχή της χρονολογίας για τους μουσουλμανικούς λαούς.
Στην νέα του πατρίδα επέδειξε πολιτική, στρατιωτική και διπλωματική ευστροφία, κατορθώνοντας να συνενώσει με την πάροδο του χρόνου στην νέα θρησκεία τις διάφορες αραβικές φυλές. Καθοριστική για την εξέλιξη του Ισλάμ στάθηκε η μάχη της Μπαντρ (15 Μαρτίου 624), κατά την οποία 324 μουσουλμάνοι κατατρόπωσαν τον στρατό της Μέκκας, αποτελούμενο από περίπου χίλιους άνδρες. Η νίκη αυτή θεωρήθηκε ως θεϊκό σημάδι. Αφού κυριάρχησε απόλυτα στην Μεδίνα, κατόρθωσε να υποτάξει αναίμακτα και την πατρίδα του Μέκκα στις 11 Ιανουαρίου 630.
Παρά τις προσπάθειές του, διαπίστωσε ότι το θρησκευτικό του μήνυμα δεν συγκινούσε ιδιαίτερα τους πιστούς «των θρησκειών της Βίβλου» (Ιουδαίους και Χριστιανούς). Διακήρυξε τότε ότι αυτές είχαν εκφυλιστεί και υποστήριξε ότι ο μουσουλμανισμός αποτελεί την αποκατάσταση της θρησκείας, την οποία από την αρχή ο Θεός είχε δώσει στην ανθρωπότητα, μέσω των προφητών του Αβραάμ, Μωυσή και Ιησού.
Αντλώντας στοιχεία από την αραβική παράδοση, τον Ιουδαϊσμό και τον Χριστιανισμό, καθόρισε με διαύγεια τις θεολογικές του θέσεις. Επέμεινε στον απόλυτο μονοθεϊσμό, την ανάσταση των νεκρών και την έσχατη κρίση. Τόνισε την πίστη στους αγγέλους, τη σπουδαιότητα των προφητών της Βίβλου, κρατώντας την καθοριστική θέση για τον εαυτό του και τη σημασία των βιβλίων των προφητών, υψώνοντας στην κορυφή το Κοράνιο, ως το ιερό βιβλίο του Ισλάμ. Επέβαλλε τις πέντε υποχρεώσεις του πιστού μουσουλμάνου («Οι Πέντε Στύλοι»):
- Καθημερινή ομολογία της πίστης του («Δεν υπάρχει άλλος θεός πλην του Θεού, και ο Μωάμεθ είναι ο απεσταλμένος του Θεού»).
- Προσευχή πέντε φορές την ημέρα προς την κατεύθυνση της Μέκκας.
- Ελεημοσύνη των πλουσίων προς ανακούφιση των φτωχών συνανθρώπων τους.
- Νηστεία κατά τον μήνα του Ραμαντάν (Ραμαζάνι).
- Προσκύνημα στην ιερή πόλη της Μέκκας, όπου βρίσκεται το βασικό ιερό, η Κάαμπα, τουλάχιστον μια φορά στη ζωή του και εφόσον διαθέτει τα απαραίτητα μέσα.
Ο Μωάμεθ, ενώ σχεδίαζε μια εκστρατεία στην περιοχή της Ιορδανίας, αρρώστησε σοβαρά και πέθανε στη Μεδίνα στις 8 Ιουνίου 632. Ενταφιάσθηκε στο σπίτι όπου άφησε την τελευταία του πνοή και εκεί κατασκευάστηκε τζαμί, πού θεωρείται μεγάλο προσκύνημα για τους μουσουλμάνους.
ΠΗΓΗ: http://www.sansimera.gr/biographies/1642#ixzz4AxYsUhuT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου