O Γιοβάν Τσαούς (πραγματικό όνομα, Γιάννης Εϊτζιρίδης ή Ετσιρείδης, 1893 – 1942) ήταν Έλληνας λαϊκός συνθέτης ρεμπέτικων τραγουδιών, ο οποίος άφησε πίσω του περιορισμένο ηχογραφημένο έργο.
Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Γιοβάν (Ιωάννης) Εϊτζηρίδης ήταν ποντιακής καταγωγής. Γεννήθηκε στην Κασταμονή του Πόντου το 1893. Υπηρέτησε στον οθωμανικό στρατό ως «τσαούς» (çavuş = λοχίας) από το οποίο και έμεινε το προσωνύμιο. Στην Τουρκία ήταν γνωστός μουσικός και λέγεται ότι έπαιξε ακόμα και στην αυλή του σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίτ Β'. Μετά το άδοξο, για τους Έλληνες, τέλος της Μικρασιατικής Εκστρατείας και την ανταλλαγή πληθυσμών, ο Τσαούς ήρθε στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκε αρχικά στον Πειραιά όπου διατηρούσε διώροφο σπίτι στο ισόγειο του οποίου λειτουργούσε ο ίδιος ραφείο και στη συνέχεια το μετέτρεψε σε ποτοπωλείο (ουζερί). Το 1937 μετακόμισε στην Κοκκινιά όπου έζησε μέχρι τον θάνατό του. Πέθανε το 1942 από δηλητηρίαση (δηλητηριάστηκαν με τη σύζυγό του από ακατάλληλη τροφή, λόγω της πείνας στη γερμανική κατοχή).
Ο Γιοβάν Τσαούς ήταν εξαιρετικά ταλαντούχος μουσικός. Έπαιζε πιάνο, βιολί, τζουρά, σάζ, ούτι, μπουζούκι, μπαγλαμά και ταμπουρά και έγραφε στίχους. Δεν ασχολήθηκε επαγγελματικά με τη μουσική αλλά δίδασκε μπουζούκι. Μαθητές του ήταν πολλοί γνωστοί δεξιοτέχνες της εποχής, ανάμεσά του και ο Γιάννης Παπαϊωάννου.
Στο βιβλίο "Ρεμπέτικη Ιστορία 1-Περπινιάδης, Γενίτσαρης, Μάθεσης, Λελάκης (ο στιχουργός)" του Κ. Χατζηδουλή, (εκδόσεις Νεφέλη, 1978), στη σελ. 15 διηγείται ο Στελλάκης Περπινιάδης:
.....O Γιοβάν Τσαούς ήξερε όλους τους δρόμους. Τους δρόμους όλους τους ξέρουν μόνο αυτοί που παίζουν κανονάκι, γι' αυτό και ο Τσαούς είχε στο μπουζούκι του ταστιέρα από κανονάκι. Όποιος έπιασε αυτό το μπουζούκι για να παίξει το παράτησε αμέσως. Κανείς δεν μπορούσε να παίξει. Μια φορά το πήρε στα χέρια του ο Μάρκος ο Βαμβακάρης αλλά γρήγορα το παράτησε. Αλλά τι να παίξει ο Μάρκος από το μπουζούκι του Γιοβάν Τσαούς που ήταν αλλόκοτο;......
Η συμβολή του Γιοβάν Τσαούς στη δημιουργία και εξέλιξη του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού είναι πολύ μεγάλη διότι άνοιξε νέους δρόμους, μετέδωσε τις γνώσεις του και επηρέασε τους υπόλοιπους μουσικούς, συνθέτες και δημιουργτης εποχής του.
Έργο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Οι ηχογραφήσεις του Γιοβάν Τσαούς έγιναν την περίοδο 1935-1937. Ο Τσαούς φέρεται να έχει ηχογραφήσει μόνο 12 δικά του τραγούδια με τις φωνές του Αντώνη Καλυβόπουλου και του Στελλάκη Περπινιάδη.
Ανάμεσα σε αυτά γνωστότερο είναι ίσως το «Πέντε μάγκες στον Περαία», τραγούδι με πρωτόγνωρα για το ρεμπέτικο σουίνγκ στοιχεία[εκκρεμεί παραπομπή].
Τα υπόλοιπα τραγούδια του Γιοβάν Τσαούς φέρονται να είναι τα «Βλάμισσα», «Διαμάντω αλανιάρα», «Γιοβάν Τσαούς», «Γελασμένος», «Παραπονιούνται οι μάγκες» , «Κατάδικος», «Μάγκισσα», «Σε μια μικρούλα», «Η Ελένη η ζωντοχήρα», «Ο πρεζάκιας» και το δημοτικοφανές «Δροσάτη Πελοπόννησος».
Λέγεται ότι τους στίχους κάποιων τραγουδιών του δεν τους έγραφε ο ίδιος αλλά η γυναίκα του, Αικατερίνη Χαρμουτζή.
Όπως πολλοί συνθέτες της εποχής (Βαγγέλης Παπάζογλου, Ανέστος Δελιάς, Γιώργος Μπάτης και άλλοι), σταμάτησε να ηχογραφεί το 1937 επειδή αρνείτο να δεχτεί να υποβάλλονται τα έργα του σε λογοκρισία την οποία επέβαλε το καθεστώς του Μεταξά[
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου